ἀγοστῷ

ἀγοστῷ
ἀγοστός
flat of the hand
masc dat sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • ἀγοστῶι — ἀγοστῷ , ἀγοστός flat of the hand masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • πηχύνω — και μέσ. πηχύνομαι, Α [πήχυς] 1. παίρνω στην αγκαλιά μου, αγκαλιάζω («χείρεσσι πηχύνεσθαι», Ανθ. Παλ.) 2. φρ. «άγοστῷ πηχύνω» ή «ἀγοστῷ πηχύνομαι» παίρνω στην παλάμη (Νόνν.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”